Η Ολομέλεια της Επιτροπής Ανταγωνισμού (ΕΑ) θα συνεδριάσει για να αποφασίσει, σύμφωνα με την παρ. 35 της υπ’ αριθ. 704/2020 Απόφασής της, επί της αποδοχής των σχετικών Προτάσεων Διευθέτησης Διαφοράς που υπέβαλλαν εταιρείες που δραστηριοποιούνται στις αγορές εισαγωγής και εμπορίας μηχανοκίνητων εργαλείων χειρός και εργαλείων κήπου. Η ανωτέρω συνεδρίαση της Επιτροπής θα λάβει χώρα κατόπιν της «Δήλωσης Διευθέτησης» εκ μέρους των εμπλεκόμενων μερών, δυνάμει της παρ. 37 της υπ’ αριθ. 704/2020 Απόφασης ΕΑ.
Για τους σκοπούς της έρευνας, η Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού πραγματοποίησε, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων της, επιτόπιο έλεγχο, στην έδρα, μεταξύ άλλων, των ανωτέρω εταιριών και κρίθηκε σκόπιμη η αποστολή ερωτηματολογίων στις ως άνω εταιρίες.
Η σχετική αγορά προϊόντων ή υπηρεσιών περιλαμβάνει το σύνολο των προϊόντων ή υπηρεσιών που θεωρούνται από τον καταναλωτή εναλλάξιμες ή δυνάμενες να υποκατασταθούν μεταξύ τους, λόγω των χαρακτηριστικών τους, της τιμής τους και της σκοπούμενης χρήσης τους. Στην παρούσα υπόθεση, οι εμπλεκόμενες εταιρίες δραστηριοποιούνται στις αγορές εισαγωγής και εμπορίας α) μηχανοκίνητων εργαλείων χειρός και β) εργαλείων κήπου.
Η σχετική γεωγραφική αγορά περιλαμβάνει την περιοχή, στην οποία οι ενδιαφερόμενες επιχειρήσεις πωλούν τα σχετικά προϊόντα υπό επαρκώς ομοιογενείς συνθήκες ανταγωνισμού. Εν προκειμένω, ως σχετική γεωγραφική μπορεί να οριστεί καταρχάς το σύνολο της ελληνικής επικράτειας, καθώς οι εμπλεκόμενες επιχειρήσεις δραστηριοποιούνται ή δύνανται να δραστηριοποιούνται σε όλη την επικράτεια.
Τα εμπλεκόμενα μέρη της υπόθεσης εκδήλωσαν εγγράφως το ενδιαφέρον τους για διερεύνηση της δυνατότητας υπαγωγής τους στη ΔΔΔ και κατέθεσαν σχετικό αίτημα, σύμφωνα με όσα προβλέπονται στην παρ. 16 της υπ’ αριθ. 704/2020 Απόφασης ΕΑ. Σε συνέχεια των εν λόγω αιτημάτων, η ΕΑ σε συνεδρίασή της στις 21.03.2022 έκρινε ομόφωνα ότι η παρούσα υπόθεση είναι πρόσφορη και μπορεί να υπαχθεί στην εν λόγω διαδικασία διευθέτησης, καθώς πληροί τα κριτήρια υπαγωγής σε αυτή (υπ’ αριθ. 704/2020 Απόφαση ΕΑ, παρ. 6, 9 και 31). Προς τούτο, στο πλαίσιο άσκησης της διακριτικής της ευχέρειας για την υπαγωγή υποθέσεων σε διαδικασία διευθέτησης, η ΕΑ συνεκτίμησε, ιδίως, την ειλικρινή πρόθεση των ενδιαφερομένων μερών να υπαχθούν στη διαδικασία διευθέτησης διαφορών, τον αριθμό των επιχειρήσεων που αιτούνταν την υπαγωγή τους σε διαδικασία διευθέτησης[1], τη φύση της εν λόγω παράβασης ως κάθετης σύμπραξης και τον προσδοκώμενο βαθμό επίτευξης διαδικαστικής αποτελεσματικότητας, ο οποίος κρίθηκε εν προκειμένω αισθητά μεγάλος. Στη συνέχεια, ο Εισηγητής κάλεσε τα ενδιαφερόμενα μέρη σε διμερείς συσκέψεις και όταν επετεύχθη επαρκής βαθμός συναντίληψης αναφορικά με τα πραγματικά περιστατικά, τον νομικό τους χαρακτηρισμό, τη βαρύτητα και τη χρονική διάρκεια των παραβάσεων, τον βαθμό απόδειξης των αιτιάσεων βάσει των αποδεικτικών στοιχείων και τον υπολογισμό του εύρους του προστίμου, τα εμπλεκόμενα μέρη ανταποκρίθηκαν στην πρόσκληση του Εισηγητή για υποβολή «Πρόταση Διευθέτησης Διαφοράς» και υπεβλήθησαν αυτές από αυτά, σύμφωνα με την παρ. 27 της υπ’ αριθ. 704/2020 Απόφασης ΕΑ.
Στην παρούσα υπόθεση, κατά την Έκθεση, οι εμπλεκόμενες επιχειρήσεις εφήρμοσαν πρακτικές καθορισμού τιμών μεταπώλησης (εφεξής και «RPM»), με τις οποίες συμμορφώθηκαν σε μεγάλο βαθμό τα συνεργαζόμενα καταστήματα λιανικής πώλησης. Ειδικά δε ως προς μια εταιρία, διαπιστώθηκε επιπροσθέτως η επιβολή συμβατικού όρου περί έμμεσης απαγόρευσης παράλληλων εισαγωγών σε συμβάσεις με το δίκτυο εξουσιοδοτημένων μεταπωλητών. Ως εκ τούτου, οι εξεταζόμενες πρακτικές και συμβατικοί όροι εμπίπτουν στην έννοια της «συμφωνίας» και δη στην έννοια της κάθετης συμφωνίας μεταξύ επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται σε διαφορετικό επίπεδο στην αλυσίδα διανομής και εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής των άρθρων 1 παρ. 1 του ν. 3959/2011 και 101 παρ. 1 ΣΛΕΕ. Οι ανωτέρω πρακτικές είναι ικανές να επηρεάσουν αισθητά το ενδοκοινοτικό εμπόριο, κατά την έννοια των ενωσιακών κανόνων ανταγωνισμού και, ως εκ τούτου, το άρθρο 101 ΣΛΕΕ τυγχάνει παράλληλης εφαρμογής στην παρούσα υπόθεση. Παράλληλα, συντρέχουν οι προϋποθέσεις (ιδίως ταύτιση αντικειμένου, προϊόντων, συμμετεχόντων μερών, γεωγραφικής περιοχής και εφαρμοζόμενων μεθόδων) για το χαρακτηρισμό των εξεταζόμενων πρακτικών ως μίας ενιαίας και διαρκούς παράβασης, ενώ δεν νοείται ατομική εξαίρεση βάσει των άρθρων 1 παρ. 3 ν.3959/2011 και 101 παρ. 3 ΣΛΕΕ, βάσει του σκεπτικού της Έκθεσης.
Η έκθεση του Εισηγητή Π. Φώτη εισηγείται προς την Ολομέλεια της ΕΑ, δυνάμει της παρ. 35 της υπ’ αρ. 704/2020 Απόφασης της Ολομέλειας της ΕΑ, την αποδοχή, σύμφωνα με το σκεπτικό αυτής, των ως άνω αναφερομένων Προτάσεων Διευθέτησης Διαφοράς που υπεβλήθησαν από εταιρείες που δραστηριοποιούνται στις αγορές εισαγωγής και εμπορίας μηχανοκίνητων εργαλείων χειρός και εργαλείων κήπου και την έκδοση απόφασης με την οποία η ΕΑ θα:
Διαπιστώνει ότι τα εμπλεκόμενα μέρη παραβίασαν το άρθρο 1 του ν. 3959/2011 και 101 ΣΛΕΕ λόγω της συμμετοχής τους σε απαγορευμένες κάθετες συμπράξεις δυνάμει των πρακτικών που συνοπτικά, στο πλαίσιο της Διαδικασίας Διευθέτησης Διαφορών, περιγράφονται στην Έκθεση.
Υποχρεώνει τα εμπλεκόμενα μέρη να παύσουν, εφόσον δεν το έχουν ήδη πράξει, και να παραλείπουν στο μέλλον τις διαπιστωθείσες στην Έκθεση παραβάσεις των άρθρων 1 του ν. 3959/2011 και 101 ΣΛΕΕ.
Επιβάλλει τα πρόστιμα για την τέλεση των διαπιστωθεισών στην Έκθεση παραβάσεων των άρθρων 1 του ν. 3959/2011 και 101 ΣΛΕΕ.
Σημειώνεται, ότι η παρούσα Εισήγηση αφορά πρώτη υπόθεση Διευθέτησης Διαφορών της ΕΑ όπου οι αποδιδόμενες παραβάσεις αφορούν τα άρθρα 1 του ν. 3959/2011 ή/και 101 ΣΛΕΕ στο πλαίσιο κάθετων συμφωνιών, κατόπιν της δημοσίευσης του Ν. 4886/2022 (ΦΕΚ Α΄ 12/24.12.2022). Σε κάθε περίπτωση, επισημαίνεται ότι η παρούσα Εισήγηση δεν είναι δεσμευτική για την Επιτροπή Ανταγωνισμού, η οποία θα αποφασίσει συνεκτιμώντας όλα τα στοιχεία του φακέλου της υπόθεσης, σύμφωνα με την υπ’ αριθ. 704/2020 Απόφαση ΕΑ.
[1] Όλα τα εμπλεκόμενα μέρη σε αυτή την υπόθεση συμμετέχουν στη ΔΔΔ.